Integral στα ελληνικά
Μετάφραση: integral, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακέραιος, συνταγματικός, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abspringen στα ελληνικά - δεμένος, γκελ, αναπηδώ, εκτινάσσομαι, άνοιξη, άλμα, μεταβείτε, ...
- bedenkend στα ελληνικά - Έχοντας κατά νου, λαμβάνοντας υπόψη, Έχοντας υπόψη, λαμβανομένου υπόψη, Δεδομένου
- böen στα ελληνικά - ριπές, ριπές ανέμου, μπουρίνια, ριπές του, απότομων ρευμάτων ανέμου
- despot στα ελληνικά - δεσπότης, δεσπότη, δυνάστης, ο Δεσπότης, δυνάστη
Τυχαίες λέξεις
Integral στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακέραιος, συνταγματικός, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο
Μεταφράσεις: ακέραιος, συνταγματικός, ολοκλήρωμα, αναπόσπαστο, ενιαίο, ενσωματωμένη, ενσωματωμένο