Kanal στα ελληνικά
Μετάφραση: kanal, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διοχετεύω, ρείθρο, διώρυγα, οχετός, κανάλι, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgöttische στα ελληνικά - ειδολολατρικός, ειδωλολατρίαν, ειδωλολατρική, ειδωλολατρικές, ειδωλολατρικών
- abhandeln στα ελληνικά - παζαρεύω, κερνώ, κέρασμα, θεραπεύω, μεταχειρίζομαι, ασχολούνται με, αντιμετώπιση, ...
- aufrichtige στα ελληνικά - ειλικρινά, ειλικρινής, ειλικρινή, ειλικρινείς, ειλικρινούς, τις ειλικρινείς
- briefwechsel στα ελληνικά - αλληλογραφία, αλληλογραφίας, αντιστοιχία, η αλληλογραφία, την αλληλογραφία
Τυχαίες λέξεις
Kanal στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διοχετεύω, ρείθρο, διώρυγα, οχετός, κανάλι, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο
Μεταφράσεις: διοχετεύω, ρείθρο, διώρυγα, οχετός, κανάλι, καναλιού, καναλιών, διαύλου, δίαυλο