Kerzenleuchter στα ελληνικά

Μετάφραση: kerzenleuchter, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυχνία, κηροπήγιο
Kerzenleuchter στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abwechslungsreich στα ελληνικά - ποικίλος, ποικίλες, ποικίλο, ποικίλη, πλούσιο
  • azetat στα ελληνικά - οξικό άλας, οξικό, οξικού, οξεικό, οξικός
  • disputierend στα ελληνικά - αμφισβητώντας, αμφισβητεί, αμφισβητούν, αμφισβήτηση, αμφισβητήσει
  • drahtlosigkeit στα ελληνικά - ασύρματο
Τυχαίες λέξεις
Kerzenleuchter στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυχνία, κηροπήγιο