Klugheit στα ελληνικά
Μετάφραση: klugheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωφροσύνη, σύνεση, σοφία, σοφίας, τη σοφία, φρόνηση, η σοφία
Μεταφράσεις
- arbeitsam στα ελληνικά - κοπιαστικός, πολύμοχθος, εργατικός, εργατικοί, εργατικό, εργατικούς, εργατικές
- begünstigter στα ελληνικά - δικαιούχος, δικαιούχο, δικαιούχου, δικαιούχων, δικαιούχους
- beneidend στα ελληνικά - φθονόντας, ζηλεύουν, φθονώντας, envying, να ζηλεύουν
- bergan στα ελληνικά - ανηφορικός, ανήφορος, ανηφόρα, ανηφορικό, ανηφορική, ανηφορικά
Τυχαίες λέξεις
Klugheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωφροσύνη, σύνεση, σοφία, σοφίας, τη σοφία, φρόνηση, η σοφία
Μεταφράσεις: σωφροσύνη, σύνεση, σοφία, σοφίας, τη σοφία, φρόνηση, η σοφία