Kredit στα ελληνικά
Μετάφραση: kredit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δάνειο, πίστωση, δανεισμός, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
Μεταφράσεις
- affäre στα ελληνικά - εξακοντίζω, πράγμα, θέμα, επεισόδιο, περιστατικό, δεσμός, υπόθεση, ...
- blockaden στα ελληνικά - μπλόκα, αποκλεισμούς, αποκλεισμών, αποκλεισμοί, τους αποκλεισμούς
- chronische στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
Τυχαίες λέξεις
Kredit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δάνειο, πίστωση, δανεισμός, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
Μεταφράσεις: δάνειο, πίστωση, δανεισμός, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια