Leutseligkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: leutseligkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αβρότητα, προσήνεια, καταδεκτικότητα, καλοσύνη, η καλοσύνη, ευπροσηγορία
Leutseligkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • apokalypse στα ελληνικά - αποκάλυψη, Αποκάλυψης, Apocalypse, Αποκαλύψεως, την αποκάλυψη
  • aufschrift στα ελληνικά - εγχάραξη, επιγραφή, ένδειξη, επιγραφή που, επιγραφής, εγγραφή
  • ausgebildet στα ελληνικά - μορφωμένος, μορφωμένοι, μορφωμένων, μόρφωση, μορφωμένους
  • desorganisierte στα ελληνικά - αποδιοργανωμένη, αποδιοργανωμένο, ανοργάνωτο, ανοργάνωτη, ανοργάνωτα
Τυχαίες λέξεις
Leutseligkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αβρότητα, προσήνεια, καταδεκτικότητα, καλοσύνη, η καλοσύνη, ευπροσηγορία