Maßnahme στα ελληνικά
Μετάφραση: maßnahme, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επικυρώνω, μετρώ, βηματίζω, κύρωση, βήμα, μέτρο, διάβημα, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitspferde στα ελληνικά - άλογα, αλόγων, τα άλογα, ίππων, ίππους
- augenschmerzen στα ελληνικά - πόνος του οφθαλμού, πόνος στο μάτι, πόνος στον οφθαλμό, πόνος οφθαλμού, οφθαλμικό άλγος
- bassist στα ελληνικά - μπασίστας, μπασίστα, μπάσο, ο μπασίστας, τον μπασίστα
- betrübte στα ελληνικά - βασανιζόμενος, στενοχωρούνται, πληγεί, πλήττονται, προσβληθεί, που πλήττονται
Τυχαίες λέξεις
Maßnahme στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επικυρώνω, μετρώ, βηματίζω, κύρωση, βήμα, μέτρο, διάβημα, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
Μεταφράσεις: επικυρώνω, μετρώ, βηματίζω, κύρωση, βήμα, μέτρο, διάβημα, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν