Λέξη: παράκτιος
Σχετικές λέξεις: παράκτιος
παράκτιος τουρισμός, παράκτιος αττικό μέτωπο, παράκτιος αγγλικά, παράκτιος αττικό μέτωπο ανώνυμη εταιρεία, παράκτιος χώρος
Συνώνυμα: παράκτιος
ακτοπλοϊκός, παραλιακός
Μεταφράσεις: παράκτιος
παράκτιος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
coastal, inshore
παράκτιος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
costero, costera, costa, costeras, la costa
παράκτιος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
küstennah, Küsten-, Küsten, Küste
παράκτιος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
littoral, côtier, côtière, côtières, côtiers
παράκτιος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
costiero, costiera, litorale, costiere, costa
παράκτιος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
costeiro, litoral, costeira, costeiras, costa
παράκτιος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kust, kust-, de kust, kustgebieden, kustgebied
παράκτιος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
прибрежный, приморский, каботажный, береговой, прибрежная, прибрежных, прибрежной, прибрежное
παράκτιος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kyst, fjell, av fjell, annet
παράκτιος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kust, kustnära, jordbruks, eller jordbruks
παράκτιος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
rannikko-, rannikko, rannikkoalueiden, rannikon, rannikolla
παράκτιος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kystnære, kyst, kystområder, kyst-
παράκτιος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pobřežní, pobřeží, pobřežních, přímořský, pobřežního
παράκτιος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
nabrzeżny, brzegowy, przybrzeżny, nadbrzeżny, przybrzeżnych, nadbrzeżne, przybrzeżne, nadmorskich
παράκτιος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
parti, tengerpart, part menti, tengerparti, a part menti
παράκτιος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sahil, kıyı, kıyısal, coastal
παράκτιος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
береговий, прибережна, прибережне, узбережна
παράκτιος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bregdetar, bregdetare, coastal, bregdetit, bregdetar i
παράκτιος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
крайбрежен, крайбрежната, крайбрежните, крайбрежна, крайбрежния
παράκτιος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыбярэжная
παράκτιος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ranniku-, rannikualade, ranniku, rannikuäärsete, rannikuäärse
παράκτιος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
priobalnom, primorskih, priobalje, priobalni, obalni, obalno, obalna, obalnom
παράκτιος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
strand, strandsvæði, strandlengju, strandsiglingar, strandsvæða
παράκτιος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pakrantės, pakrančių, pajūrio, priekrantės, kranto
παράκτιος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piekrastes, krasta, piekrastē, piejūras
παράκτιος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крајбрежен, крајбрежни, крајбрежните, крајбрежната, крајбрежниот
παράκτιος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
litoral, coastă, de coastă, munte, costiere
παράκτιος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
obalna, obalno, coastal, obalni, obalnih
παράκτιος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
pobrežné, pobrežnej, pobrežná, pobrežný, pobrežných
Τυχαίες λέξεις