Majorität στα ελληνικά
Μετάφραση: majorität, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλειονότητα, πλειοψηφία, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- begünstigter στα ελληνικά - δικαιούχος, δικαιούχο, δικαιούχου, δικαιούχων, δικαιούχους
- bücherbrett στα ελληνικά - ράφι, βιβλιοθήκη, βιβλιοθήκης, Bookshelf, ράφι βιβλιοθήκης
- büroangestellter στα ελληνικά - υπάλληλος, υπάλληλος γραφείου, γραφείο εργαζόμενος, εργαζόμενος γραφείου, εργαζόμενος γραφείων, εργαζομένων γραφείου
Τυχαίες λέξεις
Majorität στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλειονότητα, πλειοψηφία, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα
Μεταφράσεις: πλειονότητα, πλειοψηφία, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα