Man στα ελληνικά
Μετάφραση: man, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμείς, εσείς, σας, ένας, ένα, εσύ, μία, μια, ενός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abschürfung στα ελληνικά - απόξεση, φθορά, τριβή, αμυχή, εγγίζω, γδέρνω, βόσκουν, ...
- angeberische στα ελληνικά - κομπαστικός, αλαζόνες, καυχησιάρικη, καυχησιάρικο, καυχησιάρικος
- bauchreden στα ελληνικά - συζήτηση, ομιλίας, ομιλία, μιλάμε, talk
- begrenzter στα ελληνικά - περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, περιορισμένης
Τυχαίες λέξεις
Man στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμείς, εσείς, σας, ένας, ένα, εσύ, μία, μια, ενός
Μεταφράσεις: εμείς, εσείς, σας, ένας, ένα, εσύ, μία, μια, ενός