Λέξη: περιπλανιέμαι
Σχετικές λέξεις: περιπλανιέμαι
περιπλανιέμαι συνώνυμα
Συνώνυμα: περιπλανιέμαι
περιπλανώμαι, τριγυρίζω
Μεταφράσεις: περιπλανιέμαι
περιπλανιέμαι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
roam, wander, wandering, I wander
περιπλανιέμαι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
errar, vagar, vagabundear, deambular, pasear, recorrer, vagar por
περιπλανιέμαι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wandern, irren, schweifen, schlendern, bummeln
περιπλανιέμαι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
baguenauder, flâner, vagabonder, errer, traîner, vaguer, divaguer, rôder, promener, se promener, balader
περιπλανιέμαι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
girovagare, aggirarsi, vagare, vagabondare, girare, vagare per
περιπλανιέμαι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vadiar, vagabundear, errar, vagueie, vaguear, passear, perambular, vagar, vagueiam
περιπλανιέμαι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
trekken, waren, rondtrekken, rondreizen, zwerven, dwalen, ronddwalen, dolen, ronddolen, wandelen, slenteren
περιπλανιέμαι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кочевать, странствовать, блудить, проблуждать, мыкаться, бродить, кочевье, таскаться, колобродить, путешествовать, скитаться, шастать, блуждать, побродить, скитание, рыскать, бродят, блуждают
περιπλανιέμαι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vandre, vandrer, å vandre
περιπλανιέμαι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vandra, vandrar, wander, strosa, vandra omkring
περιπλανιέμαι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kuljeksia, kulkea, kuljeskella, samota, vaeltaa, vaeltamaan, vaeltavat, kävellä, vaellella
περιπλανιέμαι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vandre, vandrer, at vandre
περιπλανιέμαι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bloudit, bloumat, putovat, toulat, toulky, putují
περιπλανιέμαι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wywędrować, wałęsać, wędrówka, wędrowiec, wędrować, włóczyć, błąkać, spacer, zbłądzić, błąkać się, tułać się, przemierzać
περιπλανιέμαι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
vándorol, vándorolni, vándorolnak, bolyongjon, bolyong
περιπλανιέμαι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dolaşmak, dolaşmaya, dolaşırken, dolaşırım, gezmek
περιπλανιέμαι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шосе, бродити, блукати, ходити, тинятися
περιπλανιέμαι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjarpëron, bredh, enden, bredhin, të endet
περιπλανιέμαι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скитат, се скитат, скита, се скита
περιπλανιέμαι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блукаць, бадзяцца, хадзіць, брадзіць
περιπλανιέμαι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hulkuma, rändama, tiir, rändavad, sonima, uitama
περιπλανιέμαι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tumaranje, vrludati, propješačiti, obilaziti, lutati, lutaju, luta, putovati, zastranim
περιπλανιέμαι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
flækjast, reika, ganga, að reika, villast, flakka
περιπλανιέμαι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klajoti, nuklysti, klaidžioti, vaikščioti, Brody
περιπλανιέμαι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
klejot, klīst, murgot, klaiņo, klejo
περιπλανιέμαι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
талкаат, лутаат, талка, скитаат, шета
περιπλανιέμαι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
umbla, rătăcească, colindă, rătăcesc, rătăci
περιπλανιέμαι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sprehaja, potikajo, tavajo, zaidejo, Tumarat
περιπλανιέμαι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
potulka, blúdiť, bloudit
Τυχαίες λέξεις