Manko στα ελληνικά

Μετάφραση: manko, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποστατώ, ελάττωμα, αδυναμία, έλλειψη, κενό, μειονέκτημα, ανεπάρκεια
Manko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abendländisch στα ελληνικά - δυτικός, Occidental, φράγκικο, το Occidental, η Occidental
  • ausgetauscht στα ελληνικά - αντικαταστάθηκε, αντικαθίστανται, αντικατασταθεί, αντικαθίσταται, αντικατέστησε
  • bereisend στα ελληνικά - Touring, Περιήγηση, Περιηγήσεων, περιοδείες, Τουρισμού
  • dinge στα ελληνικά - τα πράγματα, πράγματα, πράγματα που, πραγμάτων, δραστηριότητες
Τυχαίες λέξεις
Manko στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποστατώ, ελάττωμα, αδυναμία, έλλειψη, κενό, μειονέκτημα, ανεπάρκεια