Material στα ελληνικά

Μετάφραση: material, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πράμα, νοιάζομαι, υπόθεση, θέμα, ύλη, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά
Material στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arbeitsblatt στα ελληνικά - Φύλλο εργασίας, Φύλλο, φύλλου εργασίας, φύλλο εργασίας του, το φύλλο εργασίας
  • beseitigte στα ελληνικά - αφαιρεθεί, αφαιρούνται, αφαιρείται, αφαιρέθηκε, απομακρύνονται
  • brotbrett στα ελληνικά - breadboard, του breadboard
  • demoralisation στα ελληνικά - έκλυση, αποθάρρυνση, η αποθάρρυνση, την αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, εξαχρείωση
Τυχαίες λέξεις
Material στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πράμα, νοιάζομαι, υπόθεση, θέμα, ύλη, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά