Λέξη: οδοντίατρος
Σχετικές λέξεις: οδοντίατρος
οδοντίατρος γλυφάδα, οδοντίατρος περιστέρι, οδοντίατρος πανόρμου, οδοντίατρος αθήνα, οδοντίατρος θεοδοσίου παναγιώτης, οδοντίατρος παγκράτι, οδοντίατρος χαλάνδρι, οδοντίατρος των φτωχών, οδοντίατρος θεσσαλονίκη, οδοντίατρος εοπυυ
Μεταφράσεις: οδοντίατρος
οδοντίατρος στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dentist, a dentist, dental, dental practitioner
οδοντίατρος στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dentista, odontólogo, dentista de, el dentista, del dentista
οδοντίατρος στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zahnarzt, Zahnarzt, Zahnärztin, den Zahnarzt, Zahnarztes
οδοντίατρος στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dentiste, le dentiste, un dentiste, praticien, dentistes
οδοντίατρος στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dentista, il dentista, dentista di, dentist, odontoiatra
οδοντίατρος στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
denso, dentista, do dentista, o dentista
οδοντίατρος στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tandarts, de tandarts, tand arts, tandarts te, dentist
οδοντίατρος στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дантист, стоматолог, стоматолога, зубной врач, дантиста
οδοντίατρος στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tannlege, tannlegen
οδοντίατρος στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tandläkare, tandläkaren, tandläkar
οδοντίατρος στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hammaslääkäri, hammaslääkärin, dentist, hammaslääkärissä, hammaslääkäriin
οδοντίατρος στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tandlæge, tandlægen
οδοντίατρος στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dentista, zubař, zubařka, zubní lékař, zubaře, zubního lékaře
οδοντίατρος στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stomatolog, dentysta, dentysty, stomatologa, dentist
οδοντίατρος στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fogorvos, fogász, fogorvoshoz, fogorvosa, fogorvosnak
οδοντίατρος στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dişçi, diş hekiminiz, diş hekimi, hekiminiz, dişhekimi
οδοντίατρος στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дантист, технік, стоматолог, зубний лікар, дантистка
οδοντίατρος στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dentist, dentisti, Stomatolog, Stomatolog i, dentistin
οδοντίατρος στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зъболекар, стоматолог, зъболекаря
οδοντίατρος στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дантыст, будзе дантыст
οδοντίατρος στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
dentiin, hambaarst, hambaarsti, hambaarstile, hambaarstiga
οδοντίατρος στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stomatolog, stomatologa, zubar, zubara, doktor stomatologije
οδοντίατρος στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tannlæknir, tannlækni, tannlæknirinn, tannlæknis, tannlækninum
οδοντίατρος στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stomatologas, dantistas, odontologas, dantų gydytojas, odontologą
οδοντίατρος στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
zobārsts, zobārsta, zobārstam, stomatologs
οδοντίατρος στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
стоматолог, забар, заболекар, стоматологот, стоматолошки
οδοντίατρος στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dentist, medic dentist, stomatolog, medicul dentist, dentistul
οδοντίατρος στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zobozdravnik, dentist, zobozdravnika, zobozdravniku, Zobozdravniki
οδοντίατρος στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zubár, Dentist, zubný lekár
Στατιστικά δημοτικότητας: οδοντίατρος
Τυχαίες λέξεις