Mitmachen στα ελληνικά

Μετάφραση: mitmachen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εισέρχομαι, μπαίνω, συνενώνω, κατατάσσομαι, συνδέω, ενώνω, συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει
Mitmachen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anapher στα ελληνικά - anaphora
  • bleichend στα ελληνικά - λεύκανση, λεύκανσης, λευκαντική, λευκαντικό, λευκαντικές
  • deklarationen στα ελληνικά - δηλώσεις, δηλώσεων, οι δηλώσεις, διασαφήσεις, διασαφήσεων
  • desaster στα ελληνικά - καταστροφή, όλεθρος, συμφορά, καταστροφής, καταστροφών, καταστροφές, των καταστροφών
Τυχαίες λέξεις
Mitmachen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εισέρχομαι, μπαίνω, συνενώνω, κατατάσσομαι, συνδέω, ενώνω, συμμετέχω, συμμετέχουν, συμμετάσχουν, συμμετέχει, συμμετάσχει