Λέξη: μεταχείριση

Σχετικές λέξεις: μεταχείριση

άνιση μεταχείριση, μεταχείριση συνώνυμα, ίση μεταχείριση, μεταχείριση αγγλικά, προνομιακή μεταχείριση, διακριτική μεταχείριση

Συνώνυμα: μεταχείριση

χρήση, συνήθεια, χρησιμότης, χρησιμότητα, συμφωνία, μοιρασιά, έξη, θεραπεία, αγωγή, κατεργασία

Μεταφράσεις: μεταχείριση

μεταχείριση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
treatment, handling, treatment of, treated, of treatment, in treatment

μεταχείριση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tratamiento, curación, cura, trato, el tratamiento, tratamiento de, de tratamiento

μεταχείριση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verfahren, umgang, behandlung, umschlag, bedienung, handhabung, manipulation, warenumschlag, fahrverhalten, Behandlung, Behandlungs, der Behandlung, die Behandlung

μεταχείριση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cure, maniement, thérapeutique, manipulation, usinage, manoeuvre, façonnage, manutention, service, traitement, maniant, le traitement, un traitement, traitements, de traitement

μεταχείριση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cura, trattamento, il trattamento, di trattamento, trattamenti, un trattamento

μεταχείριση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tratamento, parlamentar, deleite, tratar, de tratamento, o tratamento, tratamento de, do tratamento

μεταχείριση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
behandeling, kuur, de behandeling, behandeling van, behandelen, behandeld

μεταχείριση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отношение, излечение, помощь, пропитывание, уход, обращение, лечение, обхождение, заведование, поведение, обработка, трактовка, режим, отделка, разделывание, пропитка, лечения, терапия

μεταχείριση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
behandling, behandlingen, behandlings

μεταχείριση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bemötande, behandling, behandlingen, behandlings, behandlas

μεταχείριση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hoito, kohtelu, käsitteleminen, keskustelu, käsittely, kohtelun, hoidon

μεταχείριση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kur, behandling, behandlingen

μεταχείριση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
obsluha, léčba, zpracování, zacházení, opracování, léčení, nakládání, ošetření, úprava

μεταχείριση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przeróbka, leczenie, opracowanie, zabieg, oczyszczalnia, kuracja, obsługiwanie, obchodzenie, obsługa, traktowanie, załatwienie, obróbka, uważanie, przeładunek, leczenia

μεταχείριση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kezelés, bánásmód, kezelést, kezelési, a kezelés

μεταχείριση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tedavi, tedavisi, arıtma, işleme, muamele

μεταχείριση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обходження, поводження, обертання, догляд, звертання, обернення, оброблення, відхід, просочення, лікування

μεταχείριση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
trajtim, trajtimi, trajtimi i, trajtimit të, trajtim të

μεταχείριση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лечение, обработка, третиране, лечението, на лечението

μεταχείριση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
лячэнне, лячэньне

μεταχείριση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
käsitsemine, ravi, käsitlus, käsitlemine, kohtlemine, kohtlemise, raviks, kohtlemist

μεταχείριση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
baratanje, terapija, liječenje, tretiranju, rukovanje, korištenja, pročišćavanja, tretman, postupanje, obrada, liječenja

μεταχείριση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
atlot, meðferð, meðhöndlun, meðferðar, meðferð með, meðferðin

μεταχείριση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
gydymas, gydymo, apdorojimas, gydymą, apdorojimo

μεταχείριση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ārstēšana, izturēšanās, apstrāde, attieksme, ārstēšanas, ārstēšanu

μεταχείριση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
третман, лекување, третманот, третман на, третирање

μεταχείριση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tratament, tratamentul, tratamentului, de tratament, tratarea

μεταχείριση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zdravljenje, zdravljenja, obdelava, obravnavanje, obdelavo

μεταχείριση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
obsluha, ošetrovaní, liečba, liečbu, liečby, terapia, ošetrenie
Τυχαίες λέξεις