Mobil στα ελληνικά

Μετάφραση: mobil, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κινητός, κινητό, κινητά, κινητής, κινητών
Mobil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anerkanntermaßen στα ελληνικά - αναγνωρίζεται ως, αναγνωρίζονται ως, αναγνωριστεί ως, αναγνωρισθεί ως, που αναγνωρίζονται ως
  • anzugsdrehmoment στα ελληνικά - προσδιορίζει, καθορίσετε, προσδιορίζουν, καθορίστε, προκαταβολικά
  • braunkohlenzeit στα ελληνικά - λιγνίτη, λιγνίτης, του λιγνίτη, το λιγνίτη, ο λιγνίτης
  • dekagramm στα ελληνικά - δέκα γραμμάρια
Τυχαίες λέξεις
Mobil στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κινητός, κινητό, κινητά, κινητής, κινητών