Neuen στα ελληνικά

Μετάφραση: neuen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδήσεις, νέος, νέα, καινούριος, νέο, νέων, νέες
Neuen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abdrückschraube στα ελληνικά - κοχλία καθοδηγήσεως, κοχλίας συνδετήρα πολλαπλών επαφών, κοχλία συνδετήρα πολλαπλών επαφών
  • ablehnungshinweis στα ελληνικά - Σημείωση, σημείωμα, υπό σημείωση, γνώση, σημείωσε
  • aufschwünge στα ελληνικά - φράγματα, δοράτια, βραχίονες, βραχιόνων, πλωτά φράγματα
  • diktion στα ελληνικά - απαγγελία, δικαιοδοσία, δικαιοδοσίας, δοσία, diction
Τυχαίες λέξεις
Neuen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδήσεις, νέος, νέα, καινούριος, νέο, νέων, νέες