Obliegenheit στα ελληνικά
Μετάφραση: obliegenheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, υποχρέωσης, υποχρεώσεως, την υποχρέωση, υποχρέωσή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aggressiver στα ελληνικά - επιθετικός, επιθετική, επιθετικό, επιθετικές, επιθετικά
- auslosung στα ελληνικά - αποστολή, ανάθεση, δουλειά, κλήρωση, ισοπαλία, επιστήσω, επιστήσω την, ...
- dauerumschaltung στα ελληνικά - μεταβατική περίοδο, περίοδο μετάβασης, περίοδος μετάβασης, περιόδου μετάβασης, περίοδο της μετάβασης
- doping στα ελληνικά - ντοπάρισμα, ντόπινγκ, αναβολικών, το ντόπινγκ, φαρμακοδιέγερσης
Τυχαίες λέξεις
Obliegenheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, υποχρέωσης, υποχρεώσεως, την υποχρέωση, υποχρέωσή
Μεταφράσεις: δασμοί, καθήκον, υποχρέωση, υποχρέωσης, υποχρεώσεως, την υποχρέωση, υποχρέωσή