Δασμοί στα γερμανικά

Μετάφραση: δασμοί, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gebühr, verpflichtung, steuer, tarif, obliegenheit, amt, betriebszeit, zoll, pflicht, abgabe, Aufgaben, Pflichten, Abgaben, Zölle
Δασμοί στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασμοί

δασμοί εισαγωγών από αμερική, δασμοί αυτοκινήτων, δασμοί εισαγωγής από κίνα, δασμοί αντιντάμπινγκ, δασμοί μεταχειρισμένων αυτοκινήτων, δασμοί λεξικό γλώσσας γερμανικά, δασμοί στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • δαπανηρός στα γερμανικά - aufwendig, teuer, kostspielig, aufwändig, kostspielige
  • δασκάλα στα γερμανικά - lehrerin, kursleiter, pädagoge, lehrkraft, pädagogin, lehrer, instrukteur, ...
  • δασμολόγιο στα γερμανικά - gebühr, tariflich, abgabe, zoll, tarif, Tarif, Zoll, ...
  • δασοκομία στα γερμανικά - forstwirtschaft, forstwesen, forstwissenschaft, Forstwirtschaft, Forst, forstwirtschaftliche, forstwirtschaftlichen, ...
Τυχαίες λέξεις
Δασμοί στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: gebühr, verpflichtung, steuer, tarif, obliegenheit, amt, betriebszeit, zoll, pflicht, abgabe, Aufgaben, Pflichten, Abgaben, Zölle