Offiziell στα ελληνικά

Μετάφραση: offiziell, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσημα, επίσημος, αξιωματικός, επισήμως, επίσημη
Offiziell στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beihilfe στα ελληνικά - επωφελούμαι, βοηθός, επικουρία, όφελος, αρωγή, βοηθώ, ωφέλεια, ...
  • blau στα ελληνικά - μεθυσμένος, μπλε, φέσι, γαλάζιο, γαλάζια, το μπλε, blue
  • blähung στα ελληνικά - φούσκωμα, βενζίνη, αέριο, μετεωρισμός, μετεωρισμό, τυμπανισμός, τυμπανισμό
  • bruchstein στα ελληνικά - χαλάσματα, μπάζα, θραύση, σπάσιμο, θραύσης, ρήξη, θραύσεως
Τυχαίες λέξεις
Offiziell στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσημα, επίσημος, αξιωματικός, επισήμως, επίσημη