Ordinieren στα ελληνικά
Μετάφραση: ordinieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειροτονώ, διορίζω, επιτάσσω, προχειρίζω, διατάσσω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aussterben στα ελληνικά - αφανισμός, εξαφάνιση, εξαφανιστεί, εκλείψει, εξαφανίζονται, εκλείψουν, να εξαφανιστεί
- beschworen στα ελληνικά - ορκιστεί, ένορκη, ορκίστηκε, ορκωτοί, ορκωτούς
- bisexuell στα ελληνικά - αμφιφυλόφιλος, αμφιφυλόφιλων, αμφιφυλόφιλοι, αμφισεξουαλικών, αμφιφυλόφιλους
- cache στα ελληνικά - κρυφή μνήμη, κρύπτη, μνήμη cache, κρυφής μνήμης, μνήμης cache
Τυχαίες λέξεις
Ordinieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειροτονώ, διορίζω, επιτάσσω, προχειρίζω, διατάσσω
Μεταφράσεις: χειροτονώ, διορίζω, επιτάσσω, προχειρίζω, διατάσσω