Potentiell στα ελληνικά
Μετάφραση: potentiell, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφικτός, ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, πιθανός, δυνητικά, ενδεχομένως, πιθανώς, δυνάμει, εν δυνάμει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- androhung στα ελληνικά - απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
- ausgeklügelt στα ελληνικά - δαιμόνιος, ευφυής, έξυπνη, έξυπνο, ευφυές
- aussteigerin στα ελληνικά - εγκατάλειψης του σχολείου, εγκατάλειψης, εγκατάλειψη, διαρροής, πρόωρης εγκατάλειψης
Τυχαίες λέξεις
Potentiell στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφικτός, ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, πιθανός, δυνητικά, ενδεχομένως, πιθανώς, δυνάμει, εν δυνάμει
Μεταφράσεις: εφικτός, ενδεχόμενος, πιθανότητα, τάση, πιθανός, δυνητικά, ενδεχομένως, πιθανώς, δυνάμει, εν δυνάμει