Μυωπικός στα αγγλικά
Μετάφραση: μυωπικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
short-sighted, near-sighted, myopic
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: μυωπικός
myopic
- μυωπικός
Σχετικές λέξεις: μυωπικός
μυωπικός καταρράκτης, μυωπικός αστιγματισμός σε παιδια, μυωπικός αστιγματισμός συμπτώματα, μυωπικός αστιγματισμός, μυωπικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, μυωπικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- μυστρί στα αγγλικά - trowel, a trowel, trowelling, trowelled, trowel applied
- μυτερός στα αγγλικά - pointed, sharp, spicate, piked, cuspidal, cuspidate, cuspidated
- μυϊκός στα αγγλικά - muscular, muscle, murine
- μυώ στα αγγλικά - initiate, myo
Τυχαίες λέξεις
Μυωπικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: short-sighted, near-sighted, myopic
Μεταφράσεις: short-sighted, near-sighted, myopic