Prägen στα ελληνικά
Μετάφραση: prägen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χτυπώ, γραμματόσημο, κέρμα, νομισματοκοπείο, απεργία, μέντα, χαρτόσημα, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgewehrt στα ελληνικά - μπλοκαριστεί, αποκλεισμένη, αποκλειστεί, μπλοκάρει, αποκλεισμένος
- aufgelöst στα ελληνικά - επιλυθεί, επιλυθούν, επιλύονται, λυθεί, επίλυση
- aussehen στα ελληνικά - εμφάνιση, ατμόσφαιρα, εμφανίζομαι, διαφαίνομαι, σκοπιά, βλέμμα, χροιά, ...
- dogmatiker στα ελληνικά - δογματιστής, δογματιστή, δογματικός, δογματικού, δογματιστή ο
Τυχαίες λέξεις
Prägen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χτυπώ, γραμματόσημο, κέρμα, νομισματοκοπείο, απεργία, μέντα, χαρτόσημα, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής
Μεταφράσεις: χτυπώ, γραμματόσημο, κέρμα, νομισματοκοπείο, απεργία, μέντα, χαρτόσημα, σχήμα, μορφή, σχήματος, το σχήμα, μορφής