Provisorisch στα ελληνικά

Μετάφραση: provisorisch, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δειλός, πρόχειρος, προσωρινός, προσωρινά, προσωρινή, προσωρινά το, προσωρινώς
Provisorisch στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • allgegenwärtige στα ελληνικά - πανταχού παρών, πανταχού παρούσα, πανταχού, παντού, πανταχού παρόν
  • arbeitsausfall στα ελληνικά - απώλεια ωρών εργασίας, απώλεια ημερών εργασίας και, και χάνουν εργατοώρες, χάνουν εργατοώρες
  • auftrag στα ελληνικά - χρήση, προσήλωση, αποστολή, δουλειά, προσταγή, εξουσιοδότηση, εντολή, ...
  • bangte στα ελληνικά - φόβος, φοβόταν, φοβούνταν, ο φόβος, φοβήθηκαν
Τυχαίες λέξεις
Provisorisch στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δειλός, πρόχειρος, προσωρινός, προσωρινά, προσωρινή, προσωρινά το, προσωρινώς