Rechnungswesen στα ελληνικά

Μετάφραση: rechnungswesen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογιστική, λογιστικής, λογιστικών, λογιστικά, τη λογιστική
Rechnungswesen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anhäufungen στα ελληνικά - πασσάλους, κατασκευές με πασσάλους, πασσαλώσεις, πασαλώσεις, πασσαλώσεων
  • authentifizierung στα ελληνικά - πιστοποίηση, επικύρωση, ελέγχου ταυτότητας, ταυτότητας, Authentication
  • deformierte στα ελληνικά - παραμορφωμένος, παραμορφωμένη, παραμορφωμένα, παραμορφωθεί, παραμορφωμένο
  • dung στα ελληνικά - βόρβορος, κοπριά, βρομιά, κόπρος, κοπριάς, κόπρο, την κόπρο
Τυχαίες λέξεις
Rechnungswesen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογιστική, λογιστικής, λογιστικών, λογιστικά, τη λογιστική