Rechtschaffenheit στα ελληνικά
Μετάφραση: rechtschaffenheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευσυνειδησία, δικαιοσύνη, δικαιοσύνης, δικαιοσύνη του, τη δικαιοσύνη, δικαιοσύνην
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ackerbau στα ελληνικά - γεωργία, γέρνω, γεωργίας, τη γεωργία, της γεωργίας, η γεωργία
- angereizt στα ελληνικά - υποκίνησε, υποκινούμενοι, υποκίνησαν, υποκινούνται, υποκινήσει
- archaismus στα ελληνικά - αρχαϊσμός, αρχαϊσμό, αρχαϊσμού, τον αρχαϊσμό, έναν αρχαϊσμό
- betrügerin στα ελληνικά - απατεώνας, cheater, Κλέφτη, κλέφτης, εξαπατητής
Τυχαίες λέξεις
Rechtschaffenheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευσυνειδησία, δικαιοσύνη, δικαιοσύνης, δικαιοσύνη του, τη δικαιοσύνη, δικαιοσύνην
Μεταφράσεις: ευσυνειδησία, δικαιοσύνη, δικαιοσύνης, δικαιοσύνη του, τη δικαιοσύνη, δικαιοσύνην