Reduzieren στα ελληνικά
Μετάφραση: reduzieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέφτω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, περιορίζω, κοπή, μειώνω, χαμηλώνω, εκπίπτω, ελαττώνω, κομψός, ταπεινώνω, κουρεύω, κλαδεύω, ψαλιδίζω, μείωση, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- begoss στα ελληνικά - περιέλουσαν, doused, έσβησε, περιέλουσε
- bit-scheibe στα ελληνικά - λίγο, bit, κομμάτι, δυαδικών ψηφίων, μπιτ
- brotkrume στα ελληνικά - ψίχουλο, ψίχα, τριμμένη φρυγανιά, breadcrumb, τριμμένης φρυγανιάς, τριμμένων φρυγανιών
Τυχαίες λέξεις
Reduzieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέφτω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, περιορίζω, κοπή, μειώνω, χαμηλώνω, εκπίπτω, ελαττώνω, κομψός, ταπεινώνω, κουρεύω, κλαδεύω, ψαλιδίζω, μείωση, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν
Μεταφράσεις: πέφτω, μειώνομαι, μικραίνω, κόβω, περιορίζω, κοπή, μειώνω, χαμηλώνω, εκπίπτω, ελαττώνω, κομψός, ταπεινώνω, κουρεύω, κλαδεύω, ψαλιδίζω, μείωση, μειώσει, να μειώσει, μειώσουν, μειώνουν