Reparieren στα ελληνικά
Μετάφραση: reparieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακτώ, επισκευάζω, επισκευή, φτιάχνω, ιατρός, αναστηλώνω, αποκαθιστώ, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betriebsstörung στα ελληνικά - ρήξη, επιχειρησιακή, λειτουργική, επιχειρησιακών, επιχειρησιακό, επιχειρησιακά
- binär-dezimal στα ελληνικά - δυαδικά, δυαδικό, δυαδικώς, δυαδικών, δυαδική
- blähsucht στα ελληνικά - βενζίνη, αέριο, Blähsucht
- christine στα ελληνικά - Χριστίνα, Christine, Κριστίν, την Christine, η Christine
Τυχαίες λέξεις
Reparieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακτώ, επισκευάζω, επισκευή, φτιάχνω, ιατρός, αναστηλώνω, αποκαθιστώ, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Μεταφράσεις: ανακτώ, επισκευάζω, επισκευή, φτιάχνω, ιατρός, αναστηλώνω, αποκαθιστώ, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης