Λέξη: πλειονότητα
Σχετικές λέξεις: πλειονότητα
η πλειονότητα, πλειονότητα λεξικο, πλειονότητα συνώνυμα, πλειονότητα τι σημαινει, πλειονότητα ή πλειοψηφία, πλειονότητα συνώνυμο, πλειονότητα ορισμός, πλειονότητα σημαίνει
Συνώνυμα: πλειονότητα
πλειοψηφία, πλειονότης, πλειονοψηφία, ενηλικότητα
Μεταφράσεις: πλειονότητα
πλειονότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
majority, most, majority of, the majority, plurality
πλειονότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pluralidad, mayoría, mayor parte, la mayoría, mayoría de, mayor
πλειονότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
majorität, masse, gros, mehrheit, Mehrheit, meisten, Mehrzahl, Mehrheits, Großteil
πλειονότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
majorité, plupart, la majorité, majoritaire, majorité des
πλειονότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
maggioranza, maggior parte, maggior, a maggioranza, parte
πλειονότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
maioridade, maioria, principal, maior parte, maior, parte
πλειονότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
merendeel, meerderheid, meerderjarigheid, gros, meeste, meerderheid van stemmen, grootste deel
πλειονότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
большинство, чин, совершеннолетие, большинства, большинстве, большая, часть
πλειονότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
flertall, flertallet, majoriteten, fleste, mesteparten
πλειονότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
flertal, majoritet, majoriteten, flesta, flertalet, majoritets
πλειονότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
enemmistö, pääosa, suurin, enemmistön, enemmistöllä, suurin osa
πλειονότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
majoritet, flertal, fleste, størstedelen, flertallet, hovedparten
πλειονότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
majorita, většina, plnoletost, většinu, většinou, většiny, většině
πλειονότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pełnoletniość, gros, większość, większości
πλειονότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szavazattöbbség, nagykorúság, szótöbbség, többség, többsége, többséggel, többségi, többségét
πλειονότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çoğunluk, çoğunluğu, çoğu, çoğunluğunun, büyük çoğunluğu
πλειονότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
більшості, більшість
πλειονότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shumicë, shumica, shumica e, pjesa, shumicës
πλειονότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мнозинство, мнозинството, мажоритарен, голямата част
πλειονότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
большасць, большасьць
πλειονότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
enamus, enamik, häälteenamusega, enamuse, enamiku
πλειονότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
većinski, većinskog, većina, glavnina, većinu, najveći, većinom
πλειονότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meirihluti, meirihluta, flestir, meirihlutinn, flestar
πλειονότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dauguma, balsų dauguma, dalis, daugumos, daugumą
πλειονότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vairākums, vairums, lielākā daļa, lielākā, balsu vairākums
πλειονότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мнозинството, мнозинство, поголемиот дел, дел, поголемиот
πλειονότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
majoritate, majoritatea, majoritar, majorității, majoritate de
πλειονότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
večina, Največ, večino, večinski, večini
πλειονότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
väčšina, má, väčšinu
Τυχαίες λέξεις