Sanktion στα ελληνικά

Μετάφραση: sanktion, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύρωση, επικυρώνω, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως
Sanktion στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anstrengung στα ελληνικά - διηθώ, ζόρι, στραμπουλίζω, πασχίζω, προσπάθεια, εκδικάζω, τεντώνω, ...
  • beschäftigten στα ελληνικά - μισθωτούς, μισθωτών, μισθωτή, μισθωτός, μισθωτοί
  • blutrünstig στα ελληνικά - αιμοδίψης, αιμοχαρούς, αιμοδιψή, αιμοδιψείς, αιμοδιψής
  • drecksack στα ελληνικά - τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκου, σάκος
Τυχαίες λέξεις
Sanktion στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύρωση, επικυρώνω, κυρώσεις, κυρώσεων, κύρωσης, κυρώσεως