Saugfähig στα ελληνικά
Μετάφραση: saugfähig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απορροφητικός, απορροφητικό, απορροφητικού, απορροφητικά, απορροφητική, απορροφητικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausdruckslosigkeit στα ελληνικά - expressionlessness
- bär στα ελληνικά - υποφέρω, γεννώ, φέρουν, να φέρουν, φέρει, να φέρει, φέρει τα
- drin στα ελληνικά - εντός, μέσα, σε αυτό, σε αυτήν, σε αυτή
Τυχαίες λέξεις
Saugfähig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απορροφητικός, απορροφητικό, απορροφητικού, απορροφητικά, απορροφητική, απορροφητικών
Μεταφράσεις: απορροφητικός, απορροφητικό, απορροφητικού, απορροφητικά, απορροφητική, απορροφητικών