Schauderhaft στα ελληνικά

Μετάφραση: schauderhaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρομερός, έσχατος, φοβισμένος, φοβερός, απαίσιος, φοβερή, φοβερό, τρομερή, φοβερές
Schauderhaft στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • argumentierende στα ελληνικά - υποστηρίζοντας, ισχυριζόμενη
  • chiasmus στα ελληνικά - Chiasmus
  • dach στα ελληνικά - κάβα, ταράτσα, σκεπή, οροφή, στέγη, οροφής, στέγης, ...
Τυχαίες λέξεις
Schauderhaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρομερός, έσχατος, φοβισμένος, φοβερός, απαίσιος, φοβερή, φοβερό, τρομερή, φοβερές