Schlängeln στα ελληνικά

Μετάφραση: schlängeln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβώνω, τραυματίζω, τραύμα, τραυματισμός, στριφογυρίζω, ελιγμών, wriggle
Schlängeln στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adsorbiert στα ελληνικά - προσροφημένο, προσροφημένου, προσροφημένη, προσροφημένα, προσροφημένων
  • anfeuchten στα ελληνικά - πλένω, περιχύω, υγραίνω, πλύνω, βρεγμένος, υγρός, υγράνετε, ...
  • dossier στα ελληνικά - φάκελος, φάκελο, φακέλου, φάκελλο, φάκελο που
  • drosselung στα ελληνικά - στραγγαλισμός, στραγγαλισμού, στραγγαλισμό, επιτάχυνσης, στραγγαλιστική
Τυχαίες λέξεις
Schlängeln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβώνω, τραυματίζω, τραύμα, τραυματισμός, στριφογυρίζω, ελιγμών, wriggle