Schuppen στα ελληνικά
Μετάφραση: schuppen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγκα, καλύβα, κασίδα, προστατεύω, καταφεύγω, αποβάλλω, καταφύγιο, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- amtsenthebung στα ελληνικά - αποπομπή, απόλυση, μομφής, μομφή, καθαίρεσης, τη μομφή, μομφή εναντίον
- anstrengungen στα ελληνικά - προσπάθειες, προσπαθειών, οι προσπάθειες, προσπάθειές, τις προσπάθειες
- blattern στα ελληνικά - ευλογιά, ευλογιάς, της ευλογιάς, ευλογίας, ροχ
- bombardieren στα ελληνικά - βόμβα, βόμβας, βομβών, βομβιστική, βομβιστικές
Τυχαίες λέξεις
Schuppen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγκα, καλύβα, κασίδα, προστατεύω, καταφεύγω, αποβάλλω, καταφύγιο, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Μεταφράσεις: παράγκα, καλύβα, κασίδα, προστατεύω, καταφεύγω, αποβάλλω, καταφύγιο, κλίμακα, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά