Sex στα ελληνικά

Μετάφραση: sex, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έρωτας, σεξ, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική
Sex στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ankleidend στα ελληνικά - σάλτσα, Γκαρνταρόμπα, Επίδεσμοι, Dressing, Ρόμπες
  • berichterstatter στα ελληνικά - ρεπόρτερ, δημοσιογράφος, διαιτητής, αναφοράς, ανταποκριτή, δημοσιογράφο
Τυχαίες λέξεις
Sex στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έρωτας, σεξ, φύλο, φύλου, το φύλο, σεξουαλική