Φύλο στα γερμανικά
Μετάφραση: φύλο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
alter, sexualität, sex, genus, geschlecht, geschlechtsverkehr, wohnort?, Geschlecht, Sex, Geschlechts, Sexual
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φύλο
φύλλο χαρτί, φύλο και νέα εκπαιδευτικά και εργασιακά περιβάλλοντα στην κοινωνία της πληροφορίας, φύλο μωρού, φύλο άρρεν, φύλο ή φύλλο, φύλο λεξικό γλώσσας γερμανικά, φύλο στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- φύλλο στα γερμανικά - blätter, laubwerk, blatt, türflügel, flügel, laub, Blatt, ...
- φύλλωμα στα γερμανικά - blatt, laub, laubwerk, blattwerk, blätter, Laub, Blattwerk, ...
- φύση στα γερμανικά - gemütsart, naturell, beschaffenheit, gemütsanlage, gemüt, sinnesart, natur, ...
- φώκια στα γερμανικά - siegeln, dichtung, siegel, stempel, robbe, versiegeln, seehund, ...
Τυχαίες λέξεις
Φύλο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: alter, sexualität, sex, genus, geschlecht, geschlechtsverkehr, wohnort?, Geschlecht, Sex, Geschlechts, Sexual
Μεταφράσεις: alter, sexualität, sex, genus, geschlecht, geschlechtsverkehr, wohnort?, Geschlecht, Sex, Geschlechts, Sexual