Sicherstellen στα ελληνικά
Μετάφραση: sicherstellen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εχέγγυο, διαβεβαιώνω, εξασφαλίζω, ασφαλίζω, εδραιώνω, ασφαλής, εγγύηση, αντίκρισμα, βεβαιώνω, διασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, εξασφαλίζουν, εξασφαλίσουν, διασφαλίσει, εξασφαλιστεί, διασφαλιστεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bauhölzer στα ελληνικά - ξύλα, ξυλεία, ξυλείας, ξύλων, ξυλείες
- besoffenen στα ελληνικά - μεθυσμένος, μεθυσμένοι, πίνεται, μεθυσμένο, πιει
- betete στα ελληνικά - προσευχήθηκε, προσευχήθηκα, προσευχόταν, προσεύχονταν, προσευχήθηκαν
- blicke στα ελληνικά - ματιά, κοιτάζω, βλέμμα, κοιτάξτε, εξετάσουμε
Τυχαίες λέξεις
Sicherstellen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εχέγγυο, διαβεβαιώνω, εξασφαλίζω, ασφαλίζω, εδραιώνω, ασφαλής, εγγύηση, αντίκρισμα, βεβαιώνω, διασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, εξασφαλίζουν, εξασφαλίσουν, διασφαλίσει, εξασφαλιστεί, διασφαλιστεί
Μεταφράσεις: εχέγγυο, διαβεβαιώνω, εξασφαλίζω, ασφαλίζω, εδραιώνω, ασφαλής, εγγύηση, αντίκρισμα, βεβαιώνω, διασφαλίζω, βεβαιώνομαι, εγγυώμαι, εξασφαλίζουν, εξασφαλίσουν, διασφαλίσει, εξασφαλιστεί, διασφαλιστεί