Spüren στα ελληνικά

Μετάφραση: spüren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροχιά, ίχνος, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού
Spüren στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • abdeckend στα ελληνικά - Καλύπτοντας, Καλύπτει, Κάλυψη, που καλύπτουν, που καλύπτει
  • atmend στα ελληνικά - αναπνοή, Αναπνευστικές, Η αναπνοή, την αναπνοή, Αναπνευστική
  • auffrischen στα ελληνικά - ανανεώνω, φρεσκάρω, ανανέωσης, Ανανέωση, Refresh, Επικοινωνία Refresh
  • ausgewechselt στα ελληνικά - αντικαταστάθηκε, αντικαθίστανται, αντικατασταθεί, αντικαθίσταται, αντικατέστησε
Τυχαίες λέξεις
Spüren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροχιά, ίχνος, κομμάτι, τροχιάς, κομματιού