Sparen στα ελληνικά

Μετάφραση: sparen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτός, διασώζω, συντηρώ, διατηρώ, αποταμιεύω, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Sparen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufbruch στα ελληνικά - ραγίζω, ράγισμα, σκίζω, σχίζω, ρωγμή, δάκρυ, σπάζω, ...
  • begrenzt στα ελληνικά - περιορισμένος, περιορισμένο, περιορισμένη, περιορισμένες, περιορισμένης
  • beirrend στα ελληνικά - παραπλανητικός
  • besucht στα ελληνικά - επισκέφθηκε, επισκέφτηκε, επισκέφθηκαν, επισκεφθεί, επισκεφτεί
Τυχαίες λέξεις
Sparen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτός, διασώζω, συντηρώ, διατηρώ, αποταμιεύω, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε