Stapel στα ελληνικά
Μετάφραση: stapel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τράπουλα, σωρός, στοιβάζω, στοιβάδα, φουρνιά, πακέτο, στοίβα, κατακλύζω, συσκευάζω, καπνοδόχος, στοίβας, stack
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- angst στα ελληνικά - ανησυχία, άγχος, έννοια, αγωνιώ, φοβάμαι, τρεμούλα, τρόμος, ...
- arbeitend στα ελληνικά - εργαζόμενος, εργασίας, εργάσιμες, εργάζονται, που εργάζονται, εργάζεται
- beerdigen στα ελληνικά - θάβω, θάψει, θάψουν, θάβουν, θάψουμε
- duftete στα ελληνικά - αθερίνα, μύριζε, τήγματος, μυρίσει, smelt
Τυχαίες λέξεις
Stapel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τράπουλα, σωρός, στοιβάζω, στοιβάδα, φουρνιά, πακέτο, στοίβα, κατακλύζω, συσκευάζω, καπνοδόχος, στοίβας, stack
Μεταφράσεις: τράπουλα, σωρός, στοιβάζω, στοιβάδα, φουρνιά, πακέτο, στοίβα, κατακλύζω, συσκευάζω, καπνοδόχος, στοίβας, stack