Stechen στα ελληνικά

Μετάφραση: stechen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεντώ, μπηχτή, τσιτώνω, δάγκωμα, τρυπώ, τσιμπώ, τσίμπημα, κεντρίζω, κέντημα, κεντρί, δαγκώνω, τσιμπήματος, τσούξιμο, το τσίμπημα
Stechen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abkürzen στα ελληνικά - συντομεύω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
  • abluftstutzen στα ελληνικά - τρύπα, διέξοδος, εξάτμισης, εξαγωγής, καυσαερίων, εξάτμιση, εξατμίσεως
  • aschfahl στα ελληνικά - τεφρώδης, στάχτυς, στακτερός, φλαμουριάς, ashen
Τυχαίες λέξεις
Stechen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεντώ, μπηχτή, τσιτώνω, δάγκωμα, τρυπώ, τσιμπώ, τσίμπημα, κεντρίζω, κέντημα, κεντρί, δαγκώνω, τσιμπήματος, τσούξιμο, το τσίμπημα