Stich στα ελληνικά
Μετάφραση: stich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ώθηση, κεντρίζω, τσίμπημα, κεντώ, ραφή, τρυπώ, χωμένος, τσιμπώ, απόχρωση, δαγκώνω, κεντρί, μαχαιρώνω, τσιτώνω, μπήγω, μπηχτή, ράβω, βελονιά, βελονιών, βελονιάς, ραφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- auffüllung στα ελληνικά - αναπλήρωση, αναπλήρωσης, ανεφοδιασμό, την αναπλήρωση, αναγόμωση
- aufteilung στα ελληνικά - διαίρεση, τμήμα, κατανομή, διαίρεσης, καταμερισμό
- bedenken στα ελληνικά - αγορά, παίρνω, θεωρώ, μοιράζω, θυμάμαι, θυμάστε, θυμηθείτε, ...
- belagernd στα ελληνικά - πολιορκούσε, πολιορκούσαν, πολιορκητικό, πολιορκητικές, πολιορκώντας
Τυχαίες λέξεις
Stich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ώθηση, κεντρίζω, τσίμπημα, κεντώ, ραφή, τρυπώ, χωμένος, τσιμπώ, απόχρωση, δαγκώνω, κεντρί, μαχαιρώνω, τσιτώνω, μπήγω, μπηχτή, ράβω, βελονιά, βελονιών, βελονιάς, ραφής
Μεταφράσεις: ώθηση, κεντρίζω, τσίμπημα, κεντώ, ραφή, τρυπώ, χωμένος, τσιμπώ, απόχρωση, δαγκώνω, κεντρί, μαχαιρώνω, τσιτώνω, μπήγω, μπηχτή, ράβω, βελονιά, βελονιών, βελονιάς, ραφής