Töten στα ελληνικά
Μετάφραση: töten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτώνω, ανάρρωση, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufklärung στα ελληνικά - ξέφωτο, ανίχνευση, αναγνώριση, αναγνωριστικός, εκκαθάριση, πληροφορίες, εκπαίδευση, ...
- ausbeutung στα ελληνικά - ανάπτυξη, εξέλιξη, εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης
- ausflüge στα ελληνικά - εκδρομές, τις εκδρομές, ανακαλύψετε, εκδρομών, εξορμήσεις
- balancierend στα ελληνικά - Εξισορρόπηση, Εξισορρόπησης, Η εξισορρόπηση, Ζυγοστάθμιση, Ζυγοσταθμιστικές
Τυχαίες λέξεις
Töten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτώνω, ανάρρωση, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς
Μεταφράσεις: σκοτώνω, ανάρρωση, νεκρός, νεκρών, νεκρά, νεκρό, νεκρούς