Tod στα ελληνικά

Μετάφραση: tod, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τερματισμός, θάνατος, τέλος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό
Tod στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aufstreben στα ελληνικά - φιλοδοξώ, ύψη, ανεβαίνουν, πετάξει στα ύψη, πετούν στα ύψη, να πετάξει στα ύψη
  • beschleunigungsmesser στα ελληνικά - επιταχυνσιόμετρο, επιταχυνσιομέτρου, του επιταχυνσιομέτρου, επιταχυνσιόμετρου, επιτάχυνσης
  • cholerisch στα ελληνικά - κοντός, χολερικός, οργισμένο, θυμώδης, choleric
  • diameter στα ελληνικά - διάμετρος, διάμετρο, διαμέτρου, με διάμετρο
Τυχαίες λέξεις
Tod στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τερματισμός, θάνατος, τέλος, θάνατο, θανάτου, το θάνατο, θάνατό