Triebmittel στα ελληνικά

Μετάφραση: triebmittel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζύμη, μαγιά, επιχειρησιακών πόρων, μέσα εκμετάλλευσης που, μέσα λειτουργίας, τα μέσα εκμετάλλευσης, μέσα εκμετάλλευσης
Triebmittel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abenteuerlustig στα ελληνικά - τολμηρός, παράτολμος, περιπετειώδη, περιπετειώδεις, τολμηροί, περιπετειώδες
  • assistiert στα ελληνικά - ασίστ, βοηθά, βοηθάει, συμβάλλει, βοηθούν
  • ausblühung στα ελληνικά - γλίτσα, άνθηση, εξάνθησης, Η εξάνθηση, εξάνθηση, Ανθοφορία
  • betrübend στα ελληνικά - οδυνηρός, θλιβερός
Τυχαίες λέξεις
Triebmittel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζύμη, μαγιά, επιχειρησιακών πόρων, μέσα εκμετάλλευσης που, μέσα λειτουργίας, τα μέσα εκμετάλλευσης, μέσα εκμετάλλευσης