Umwandeln στα ελληνικά
Μετάφραση: umwandeln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετατρέπω, μεταβάλλω, μετουσιώνω, μετατροπή, μετατρέπουν, μετατρέψετε, μετατρέψει, τη μετατροπή
Μεταφράσεις
- besitze στα ελληνικά - τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
- blasend στα ελληνικά - ανατίναξη, φυσώντας, φυσά, φυσάει, πνέει
- creme στα ελληνικά - κρέμα, κρέμας, κρέμα γάλακτος, κρέμας γάλακτος, κρεμ
- diktieren στα ελληνικά - ορθογραφία, υπαγορεύω, υπαγόρευση, υπαγορεύουν, υπαγορεύει, υπαγορεύσει, επιβάλλουν
Τυχαίες λέξεις
Umwandeln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετατρέπω, μεταβάλλω, μετουσιώνω, μετατροπή, μετατρέπουν, μετατρέψετε, μετατρέψει, τη μετατροπή
Μεταφράσεις: μετατρέπω, μεταβάλλω, μετουσιώνω, μετατροπή, μετατρέπουν, μετατρέψετε, μετατρέψει, τη μετατροπή