Unbewohnt στα ελληνικά
Μετάφραση: unbewohnt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absaugend στα ελληνικά - syphonic
- beheimatet στα ελληνικά - ενδημικός, σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
- betrogene στα ελληνικά - εξαπάτησε, εξαπατήθηκαν, εξαπατηθεί, εξαπατημένοι, εξαπατώνται
- destillierend στα ελληνικά - οινοπνευματοποιίας, απόσταξης, αποστάξεως, η απόσταξη, αποστάζει
Τυχαίες λέξεις
Unbewohnt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες
Μεταφράσεις: ακατοίκητος, ακατοίκητο, ακατοίκητα, ακατοίκητη, ακατοίκητες