Λέξη: παράγκα
Σχετικές λέξεις: παράγκα
παράγκα κρασί, παράγκα κυρ γιάννη, παράγκα και όραμα 15, παράγκα μικρολίμανο, παράγκα beach bar, παράγκα και όραμα τεύχος 17, παράγκα σαββόπουλος, παράγκα και όραμα, παράγκα και όραμα το περιοδικό της ελληνικής διαιτησίας, παράγκα & όραμα
Συνώνυμα: παράγκα
παράπηγμα, ναυτικό τραγούδι, πρόχειρος καλύβη
Μεταφράσεις: παράγκα
παράγκα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
shed, shanty, booth, Paraga, shack, Paranga
παράγκα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cobertizo, hangar, chabola, Shanty, chabolas, de chabolas, de Shanty
παράγκα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
baracke, vergießen, gartenschuppen, schuppen, Shanty, Seemannslied, Hütte
παράγκα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dépôt, échoppe, perdre, appentis, verser, auvent, stand, égarer, kiosque, capote, resserre, remise, répandre, baraque, cabane, bidonville, bidonvilles, shanty
παράγκα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
hangar, baracca, tettoia, capannone, Shanty, baraccopoli, baracche, di baracche
παράγκα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
barraca, vertente, tenda, celeiro, verter, tesoura, guarita, choupana, cabana, Shanty, favela, degradado
παράγκα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
keet, tent, loods, kraam, huisje, stalletje, luifel, afdak, schuur, barak, Shanty, sloppenwijk, sloppenwijken
παράγκα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
навес, источать, изливать, сбрасывать, терять, сарай, овощехранилище, обливаться, проливать, пролить, эллинг, хижина, облиться, гараж, ронять, излить, лачуга, Shanty, хибарка, Шанти, трущобы
παράγκα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skur, shanty, koie, brakke, slum
παράγκα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skjul, shanty, kåk, slum, kåken
παράγκα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lato, varistaa, vaja, kaataa, liiteri, aitta, koju, katos, hökkeli, tönö, Shanty, slummien, merimieslaulu
παράγκα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
barak, shanty, skur, Skuret, Slumkvarterene, blikskur
παράγκα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
bouda, hangár, shodit, kolna, kůlna, vozovna, ztrácet, chatrč, Shanty, chudinské, chatrčové, chudinských
παράγκα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kurnik, wydzielać, remiza, zajezdnia, uronić, gubić, szopa, buda, zrzucać, promieniować, komórka, rudera, shanty, slumsów, szantowy, ruderach
παράγκα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fészer, barakk, kocsiszín, pajta, gépszín, viskó, Shanty, kalyiba, kunyhóba
παράγκα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hangar, sundurma, baraka, gecekondu, shanty, gecekonduda, kulübe
παράγκα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
піддашшя, ллючи, елінг, утрачати, хижка, депо, халупа, халабуда
παράγκα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
derdh, barakë, kasolle, këngë detarësh
παράγκα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
навес, коптор, колиба, бедняшки, бедняшкия, моряшка хорова песен
παράγκα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
халупа, хібара
παράγκα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
onn, hurtsik, slummi, Meremehe laul, Hökkeli
παράγκα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pogon, spremište, bacati, obasjavaju, opadati, straćara, ćumez, mornarska pjesma
παράγκα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Shanty
παράγκα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
trobelė, shanty, lūšnelė, Chałupa, lūšna
παράγκα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
mājele, būda
παράγκα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
колиба, сиромашниот, сиромашен, сиромашните, сиромашниот дел
παράγκα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
baracă, cocioabă, colibe, colibă, cocioaba
παράγκα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
barakarsko, baraka, Straćara
παράγκα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
chatrč, chatrči, chatrče, útesu
Στατιστικά δημοτικότητας: παράγκα
Τυχαίες λέξεις